cinema

PUNISHMENT PARK. Σε πρώτη προβολή από 28/02 στο ΤΡΙΑΝΟΝ FILMCENTER

tn_punishment-photo-05.JPGΗ NEW STAR ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΙ: ΤΟ ΕΠΙΤΕΥΓΜΑ ΤΟΥ ΚΟΡΥΦΑΙΟΥ ΑΜΦΙΣΒΗΤΙΑ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΣΙΝΕΜΑ
P E T E R W A T K I N S “PUNISHMENT PARK ”
Σε πρώτη προβολή από 28/02 στο ΤΡΙΑΝΟΝ FILMCENTER

«Ένα κινηματογραφικό επίτευγμα»

«Ίσως η σημαντικότερη πολιτική ταινία του ‘70»

«Μια ταινία-σοκ»

«Ένα συγκλονιστικό κατηγορώ, μια ανατριχιαστική πρόβλεψη»

«Κάποτε θεωρήθηκε «αποκύημα νοσηρής φαντασίας».

Σήμερα φαντάζει τρομαχτικά αληθινό»

«Το αριστούργημα του cinema Verite. Μια από τις καλύτερες καταγραφές της καταπίεσης στις Η.Π.Α.»

Rolling Stone 1971, στη λίστα με τις 10 καλύτερες ταινίες της χρονιάς.

«Το 1971 ήταν πράγματι μια τρομακτική ταινία. Το ίδιο είναι και σήμερα»

Nouvelle Observatere

«Το Γκουαντανάμο συναντά το Big Brother»

Metro

«Ένα αποστομωτικό δράμα και μια ανατριχιαστική πρόγνωση»

San Francisco Chronicle

«Άνετα το πιο υπονομευτικό φιλμ εδώ και πολύ καιρό»

Time out

PUNISHMENT PARK
ΗΠΑ – 1971 – 88 λεπτά – Έγχρωμο
Τα Γκουαντανάμο και Αμπού Γκράιμπ εν έτει 1971

Το «Punishment Park» είναι η πιο γνωστή ταινία του Watkins και αποτελεί ένα αριστούργημα του σινεμά βεριτέ. Η μελέτη του Watkins για τις κοινωνικές αναταραχές στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Βιετνάμ, βρίσκει τη διοίκηση του Νίξον να ιδρύει κέντρα αναμόρφωσης για τους διαφωνούντες: ειρηνιστές, φοιτητές, έγχρωμους ακτιβιστές κι άλλα «διασπαστικά» στοιχεία της κοινωνίας. Επικαλούμενη την εξουσία που της παραχωρεί ο Νόμος Μακ Κάραν του 1950, η κυβέρνηση στέλνει τους διαφωνούντες στο Εθνικό Πάρκο Τιμωρίας, όπου οι φυλακισμένοι πρέπει να διασχίσουν την έρημο της Καλιφόρνια χωρίς φαγητό και νερό, την ίδια στιγμή που οπλισμένοι άντρες της εθνικής φρουράς τους καταδιώκουν.

Στην ταινία συμμετέχουν ερασιτέχνες ηθοποιοί, οι οποίοι αυτοσχεδίασαν τους ρόλους τους, εκφράζοντας τις δικές τους πολιτικές πεποιθήσεις. Το αποτέλεσμα ήταν τόσο ρεαλιστικό και γεμάτο ένταση, που σε κάποιο σημείο ο Watkins φοβήθηκε ότι οι ηθοποιοί με το ρόλο των αντρών της εθνοφρουράς είχαν οπλίσει τα όπλα τους με αληθινά πυρά! Αξίζει να σημειωθεί πως ο υπεύθυνος ήχου της ταινίας ήταν ο Μάικλ Μουρ, πασίγνωστος σήμερα σκηνοθέτης ντοκιμαντέρ, το έργο του οποίου είναι σαφώς επηρεασμένο από τον Peter Watkins.

Σενάριο / Σκηνοθεσία: Peter Watkins
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Joan Churchill
Μουσική: Paul Motian
Καλλιτεχνική Διεύθυνση: David Hancock
Μακιγιάζ: Miriam Nunberg
Σχεδιασμός Ήχου: Michael Moore
Μοντάζ: Peter Watkins, Terry Hodel
Εικόνα: Peter Smokler, Richard Wells
Παραγωγός: Susan Martin

Με τους: Patrick Boland, Kent Foreman, Carmen Argenziano, Luke Johnson, Catherine Quittner, Scott Turner, Stan Armsted, Mary Ellen Kleinhall κ.α.

Το Punishment Park συμβαίνει αύριο, χθες ή σε πέντε χρόνια από τώρα. Επίσης, συμβαίνει σήμερα. Ο πόλεμος στην Ινδοκίνα κλιμακώνεται. Η κυβέρνηση της Αμερικής έχει αυξήσει τις στρατολογήσεις. Αντίστοιχα, παρατηρείται ένα νέο κύμα μαζικών διαδηλώσεων, βομβαρδισμοί κέντρων στρατολόγησης και άλλες πράξεις «δολιοφθοράς». Πολλά πανεπιστήμια είναι κλειστά. Λόγω του μεγάλου αριθμού «πολιτικών εγκληματιών» που δημιουργεί αυτή η κατάσταση, τα ποινικά ιδρύματα σε ολόκληρη τη χώρα ξεχειλίζουν από τους κρατούμενους. Ως εκ τούτου ο Πρόεδρος κάνει χρήση της εξουσίας που του εκχωρεί το δεύτερο άρθρο του Νόμου για την Εθνική Ασφάλεια του 1950 ( Νόμος Μακ Κάραν) για να κηρύξει κατάσταση ανταρσίας στο εσωτερικό των Η.Π.Α. και εγκαθιδρύει μια σειρά στρατοπέδων κράτησης σε όλη την επικράτεια. Οι κρατούμενοι σε αυτά τα στρατόπεδα –κυρίως νέοι άντρες και γυναίκες- παρουσιάζονται ενώπιον νομιμοφανών δικαστηρίων και καταδικάζονται με διάφορες κατηγορίες συνωμοσίας για τις οποίες η ενοχή είναι εξ’ αρχής δεδομένη. Στους κατηγορούμενους προσφέρεται μια επιλογή. Είτε να εκτίσουν την ποινή τους σε μια ομοσπονδιακή φυλακή ή να υποβληθούν σε τριήμερο μαρτύριο στο Punishment Park που συνορεύει με το στρατόπεδο κράτησης. Αυτό το μαρτύριο – μια τριήμερη καταδίωξη σε απόσταση 50 μιλίων στην έρημο με τα πόδια, χωρίς νερό- περιγράφεται ως «ένα ποινικό αποτρεπτικό μέτρο… για τα στοιχεία εκείνα που επιδιώκουν την βίαιη ανατροπή της αμερικανικής κυβέρνησης». Οι δυνάμεις καταδίωξης αποτελούνται από διάφορες επίλεκτες μονάδες της αστυνομίας και της Εθνικής Φρουράς, που όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση τους προσφέρεται «μια απαραίτητη εκπαίδευση…» Οι κατηγορούμενοι πληροφορούνται πως εάν ολοκληρώσουν τη δοκιμασία χωρίς να συλληφθούν, θα έχουν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους.

Το Punishment Park είναι μια αλληγορία με τη μορφή ντοκιμαντέρ. Η δομή του στηρίζεται στη διαπλοκή δύο καταστάσεων. Ένα βρετανικό κινηματογραφικό συνεργείο ακολουθεί την ομάδα 657 σε ολόκληρη την τριήμερη δοκιμασία τους, στο Εθνικό Πάρκο Τιμωρίας στο Μπέαρ Μάουνταιν, κοντά στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνιας. Μέσα από συνεντεύξεις με τους αξιωματικούς εφαρμογής του νόμου και τους «παραβάτες» και μέσω των πραγματικών συμβάντων που λαμβάνουν χώρα στη διάρκεια της δοκιμασίας, η πραγματικότητα εκτείνεται πέρα από τα όρια του πάρκου για να αντικαθρεφτίσει την αίσθηση και τη νοοτροπία, γενικά, στην Αμερική.

Η δεύτερη κατάσταση είναι η ντοκιμαντερίστικη κάλυψη των επτά κατηγορουμένων, πέντε αντρών και δύο γυναικών που αντιμετωπίζουν τα μέλη του δικαστηρίου που είναι εγκατεστημένο στο Πάρκο Τιμωρίας του Μπέαρ Μάουνταιν. Όλοι οι κατηγορούμενοι έχουν προηγούμενα περάσει από δίκες και έχουν βρεθεί ένοχοι συνωμοσίας για την βίαιη ανατροπή της κυβέρνησης. Το καθήκον του δικαστηρίου είναι να εκτιμήσει τον βαθμό της ενοχής και να εκδώσει τις ανάλογες ποινές. Τα μέλη του δικαστηρίου περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων μια νοικοκυρά(και μέλος επιτροπής στρατολόγησης), έναν γερουσιαστή, έναν καθηγητή ψυχολογίας, ένα στέλεχος επιχείρησης(και μέλος επιτροπής στρατολόγησης), έναν δημοσιογράφο κι έναν συνδικαλιστή. Παρόντες είναι επίσης ένας δικηγόρος κι ένα μέλος του F.B.I.

To Punishment Park δεν θα έπρεπε να ιδωθεί ως μια ταινία που ασχολείται μόνο με τα προβλήματα της Αμερικής. Στα πρόσωπα των αμερικανών στρατιωτικών, αστυνομικών και των μελών του δικαστηρίου αντικατοπτρίζονται οι ισχυρές πιέσεις που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες κοινωνίες παντού, σε ολόκληρο τον κόσμο και που ωθούν πολλούς από μας όλο και πιο βαθιά στον φόβο και τη μισαλλοδοξία- ακόμα και στη βία και την καταστολή- σαν να είναι αυτός ο μοναδικός τρόπος να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση.

ΚΡΙΤΙΚΕΣ

Μια ταινία που δύσκολα θα μπορούσε να είναι περισσότερο επίκαιρη.

Μelbourne Underground Film Festival (2004)

Ορισμένοι θα συμφωνήσουν πως το εφιαλτικό όραμα του Watkins έχει πλησιάσει ακόμα περισσότερο στο να γίνει πραγματικότητα.

DVD Times

Ο σχολαστικός τρόπος με τον οποίο εργάστηκε ο Watkins γι’ αυτό το έργο είναι εντυπωσιακά πιστευτός και μοιάζει αδύνατον να βγεις αλώβητος από το 90λεπτο ψυχόδραμά του. Οι ευρύτατες ενστικτώδεις αντιδράσεις που προκαλεί η ταινία του Watkins ίσως να εξηγούν εν μέρει τον βαθμό στον οποίο αυτές αντιμετωπίζονται με περιφρόνηση και αδιαφορία… Αλλά αν η απελπισία του οράματος του Watkins μεγαλώνει με κάθε ταινία, η ευφυής δεξιοτεχνία του έχει οξυνθεί προκειμένου να συγκρατηθεί αυτή οργή και η απόσταση που έχει διανύσει από το «Privilege» είναι ένα φαινόμενο που το κοινό οφείλει να δει.

The Village Voice

Το φιλμ του Peter Watkins είναι ένα αριστούργημα τεχνικής του σινεμά-βεριτέ. Χρησιμοποιώντας ερασιτέχνες ηθοποιούς, με μια κάμερα μόνο κι ένα σχεδόν ολοκληρωτικά αυτοσχέδιο σενάριο, μας προσφέρει μια από τις καλύτερες, εδώ και καιρό, ταινίες για τη διχόνοια στην Αμερική.

Rolling Stone – ψήφισε το Punishment Park ως μια από τις καλύτερες ταινίες του 1971

Ένα συγκλονιστικό κατηγορώ που σε παραλύει και συγχρόνως μια ανατριχιαστική πρόβλεψη. Μέσα από τους ήχους… τη φωτογραφία, το μοντάζ, τους ηθοποιούς… Ο Watkins δημιούργησε μια βαθιά ανησυχητική ταινία.

San Francisco Chronicle

Ένα «σκοτεινό», ασυμβίβαστο, έξοχο έργο… Μια σημαντική κινηματογραφική κατάθεση που πρέπει να τύχει πλατιάς προβολής. Δεν θα συμβεί όμως. Δείτε το τώρα.»

The Scotsman

ΤΑ ΓΥΡΙΣΜΑΤΑ

Το Punishment Park γυρίστηκε σε μια περίοδο τριών εβδομάδων, τον Σεπτέμβριο του 1970, στην άκρη της ερήμου Μοχάβε, χίλια μίλια βορειοανατολικά του Λος Άντζελες, στη Νότια Καλιφόρνια. Το συνεργείο αποτελούνταν εξ’ ολοκλήρου από νεαρούς τεχνικούς (με μέσο όρο ηλικίας τα 28) οι οποίοι ασχολούνταν με το ντοκιμαντέρ και τον επιμορφωτικό κινηματογράφο στο Λος Άντζελες.

Οι ηθοποιοί του Punishment Park είναι σχεδόν όλοι ερασιτέχνες, ενώ οι υπόλοιποι είναι νέοι και άγνωστοι ηθοποιοί από το Λος Άντζελες. Όλοι οι ηθοποιοί δεν είχαν εμφανιστεί ποτέ πριν μπροστά σε κάμερα. Αξίζει να σημειωθεί πως οι περισσότεροι από το καστ των ηθοποιών είναι ακριβώς αυτό που υποδύονται. Πολλοί εξ αυτών εξιστορούν τις δικές τους ζωές. Οι πολιτικές απόψεις ορισμένων νεαρών κατηγορουμένων είναι ακριβώς αυτές που κατατίθενται στην ταινία, ακόμα και η φυλάκιση όπως αυτή περιγράφεται. Ανάμεσα σε αυτούς που εμφανίζονται ως αστυνομικοί ή υπάλληλοι του δικαστηρίου υπάρχουν τουλάχιστον δύο πρώην αξιωματικοί της αστυνομίας και τέσσερα μέλη του προσωπικού ασφαλείας από μια κοντινή αεροπορική βάση των Η.Π.Α.

Είναι επίσης σημαντικό να προσθέσουμε πως το φιλμ δεν γράφτηκε με την παραδοσιακή έννοια, πέρα από το αρχικό της πλαίσιο-«συνέβη», με τους ηθοποιούς να αντιδρούν εντελώς αυθόρμητα στις καταστάσεις και να διατυπώνουν τις δικές τους εμπειρίες και πεποιθήσεις. Το μικρό ποσοστό γραμμένων διαλόγων της ταινίας σε πραγματικές καταγεγραμμένες δηλώσεις Αμερικανών πολιτικών, εκπαιδευτών, μελών κέντρων στρατολόγησης, δικηγόρων και φοιτητών.

Όταν ολοκληρώθηκε το φιλμ, το κόστος του είχε φτάσει τα 65.000 δολάρια. Με την ολοκλήρωση του μοντάζ που κράτησε 4 μήνες, τη μίξη του ήχου και τη μετατροπή της ταινίας σε κόπια 35 mm, το συνολικό κόστος έφτασε τα 95.000 δολάρια.

Το Punishment Park αποτελεί ένα έξοχο παράδειγμα για το τι μπορεί να επιτευχθεί με έναν χαμηλό προϋπολογισμό. Με τα στάνταρ του Χόλιγουντ, μπορεί κανείς να μιλήσει για εξαιρετικά χαμηλό προϋπολογισμό. Αν η ταινία είχε γίνει στα πλαίσια του συστήματος παραγωγής του Χόλιγουντ, θα είχε κοστίσει τουλάχιστον 2 εκατομμύρια δολάρια, δηλαδή είκοσι φορές πάνω από το πραγματικό κόστος.

Peter Watkins Βιογραφικά στοιχεία

Ο Peter Watkins γεννήθηκε στις 29 Οκτωβρίου 1935 στο Νόρμπιτον της Αγγλίας. Σπούδασε υποκριτική στη Βασιλική Ακαδημία και στη συνέχεια εργάστηκε ως βοηθός παραγωγού σε μικρού μήκους τηλεοπτικές ταινίες και διαφημιστικά, ενώ στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ήταν βοηθός μοντάζ και σκηνοθεσίας σε ντοκιμαντέρ του BBC. Στα μέσα της δεκαετίας του ’60 ανέλαβε τη σκηνοθεσία δύο ταινιών για λογαριασμό του BBC. Η δεύτερη από αυτές ήταν το War Game, το οποίο σκιαγραφούσε τον εφιάλτη ενός πυρηνικού πολέμου. Η τηλεοπτική προβολή της ταινίας απαγορεύτηκε, όμως στη συνέχεια προβλήθηκε στις κινηματογραφικές αίθουσες και τελικά κέρδισε το Όσκαρ καλύτερου ντοκιμαντέρ το 1966.

Η καριέρα του στη συνέχεια υπήρξε μάλλον θυελλώδης. Γινόταν όλο και πιο δύσκολο να βρει δουλειά, ενώ οι ταινίες του συχνά αντιμετώπιζαν δόλιες επιθέσεις ή έντονη αδιαφορία. Εκτός από την Αγγλία, έζησε κι εργάστηκε σε Σκανδιναβικές χώρες, την Αμερική και τη Γαλλία. Οι σποραδικές κινηματογραφικές του παραγωγές συνδυάστηκαν με έντονη κριτική για την κατάσταση που επικρατεί στα Μ.Μ.Ε. Ο Peter Watkins έχει γράψει ένα πολύ σημαντικό μανιφέστο για τα μίντια το “The Media Crisis”, στο οποίο αμφισβητεί τις επικρατούσες διαδικασίες, με τις οποίες λειτουργούν τα κυρίαρχα οπτικο-ακουστικά μέσα μαζικής επικοινωνίας.
Ο Peter Watkins αυτή την εποχή ζει στη Λιθουανία.

Ενοχλητικές αλήθειες…Το σινεμά του Peter Watkins

Εύκολα μπορεί να υποστηρίξει κανείς πως ο Peter Watkins είναι ο πλέον παραγνωρισμένος δημιουργός του κινηματογράφου σήμερα. Μέσα από μια πορεία σαράντα χρόνων, ο Βρετανός σκηνοθέτης κατάφερε, παρά τις δύσκολες και συχνά εχθρικές συνθήκες, να δημιουργήσει ένα άκρως αυθεντικό και δυνατό συνολικό έργο που καταπιάνεται με τον κόσμο της πολιτικής, της τέχνης, της ιστορίας και της λογοτεχνίας. Το γεγονός πως αυτές οι ταινίες παραμένουν άγνωστες εξηγείται από έναν συνδυασμό παραγόντων, όπως είναι τα εμπόδια που προέβαλαν παραγωγοί ή διανομείς που δείλιαζαν, οι περιέργως αδιάφοροι-και κατά καιρούς εχθρικοί- κριτικοί και η θρυλική εικονοκλασία του ίδιου του δημιουργού. Ο Watkins πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της επαγγελματικής του καριέρας αυτοεξόριστος, μακριά από την πατρίδα του, ως αποτέλεσμα της απαγόρευσης της ταινίας του War Game, από το BBC το 1966 και των κακών κριτικών που δέχτηκε το Culloden την αμέσως επόμενη χρονιά. Μέχρι το 1980, και με τη ματαίωση πολλών σχεδίων του, ο Watkins ανακοίνωσε δημόσια πως εγκαταλείπει τη σκηνοθεσία και αφιερώθηκε στη μελέτη και τον σχολιασμό των συνεπειών από τον υπερσυγκεντρωτικό ρόλο των Μ.Μ.Ε. Αν και τελικά επέστρεψε στην ενεργό δράση, συνέχισε να εκδίδει και να δίνει διαλέξεις πάνω στη διαβρωτική χρήση τόσο στον κινηματογράφο όσο και στις τηλεοπτικές ειδήσεις αυτού που αποκαλεί «Μονοφόρμα»: Μια οπτική γλώσσα που αποτελείται από εικόνες που διαδέχονται γρήγορα η μια την άλλη κι έναν αδιάκοπο βομβαρδισμό κίνησης και ήχου. Παρά την περιθωριοποίηση, ο Watkins επέζησε. Με τη σφυρηλάτηση μιας μοναδικής κινηματογραφικής προσέγγισης- που περιγράφεται μερικές φορές σαν ντοκιμαντερίστικη αναπαράσταση- επιχείρησε τα τελευταία χρόνια να αποκεντρώσει τον πυρήνα των ταινιών του, ενσωματώνοντας τις απόψεις των ηθοποιών του και παρακινώντας τους, σε έργα όπως το Freethinker(1994) και η Κομούνα (2000), σε κριτική ανάλυση της σκηνοθετικής προσέγγισης μέσα στις ίδιες τις ταινίες.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *